- λεύγα
- η лье (мера длины)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
λεύγα — Μονάδα απόστασης: 1 λ. = 4.452 μ.· 1 ναυτική λ. = 555,55 μ. (20 ναυτικές λ. = 1 μοίρα). * * * και λεύγη η (Μ λέγα) μονάδα μήκους, που διαφέρει κατά τόπους («αγγλική λεύγα» 3. ναυτικά μίλια, δηλ. 5.556,6 μέτρα). [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. λεύγα < λατ. leuga … Dictionary of Greek
λεύγα — η (λ. λατ.), μονάδα μήκους ίση με περίπου 5.000 μέτρα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λέγα — λέγα, ἡ (Μ) βλ. λεύγα … Dictionary of Greek